Νίκος Καραβέλος: «Νόμος, η περίβολος της άρχουσας τάξης»
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ στον ΓΙΩΡΓΟ ΚΙΟΥΣΗ
«Ήταν απόγευμα, αρχές Ιουλίου, ο
κόσμος περίμενε τις καλοκαιρινές διακοπές και μια γλυκιά ραστώνη απλωνόταν στην
πόλη. Το δικηγορικό μου γραφείο βρίσκεται στην περιοχή των Εξαρχείων, μια
ιδιαίτερη περιοχή, με τα παλιά της καφενεία, τις καφετέριες, τα λιλιπούτεια,
βιβλιοπωλεία, τα μπακάλικα, τα στέκια των αντεξουσιαστών. […] […] Είχα κλείσει
ραντεβού με τον κ. Θόδωρο. Μου τον είχε συστήσει ένας φίλος λογιστής. Ήταν
έμπορος καλλυντικών της παλιάς σχολής, ευπατρίδης. Ο λόγος του συμβολαιογραφική
πράξη. Αστός, αυτοδημιούργητος, με κώδικα συμπεριφοράς και φήμη που είχε
καλύψει κάθε πιθανή παλιά του παρεκτροπή…».
Μια ξενάγηση στα παραλειπόμενα των
δικαστηρίων, των φυλακών αλλά και τις αόρατες περοχές της Ελληνικής
Δικαιοσύνης, γραμμένη με χιούμορ και συμπάθεια από έναν μαχόμενο δικηγόρο, τον Νίκο
Καραβέλο, που ουσιαστικά ζωγραφίζει μια κοινωνία στην οποία ζούμε χωρίς να
το καταλαβαίνουμε.
-«Χωρίς γραβάτα», το έκτο σας
βιβλίο;
Πράγματι, είναι το έκτο βιβλίο μου.
Θα έλεγα, όμως, ότι είναι το πρώτο πεζό. Επέλεξα τον τίτλο «Χωρίς γραβάτα»,
καθώς για να μιλήσει κανείς γι’ αυτά τα ζητήματα, πρέπει να απεκδυθεί προσωρινά
την ιδιότητα του δικηγόρου, με άλλα λόγια. να βγάλει το πλέον χαρακτηριστικό
εξάρτημα της «δικηγορικής στολής», που είναι η γραβάτα. Θα πρέπει να σημειώσω
ότι το βιβλίο περιέχει συγκεκριμένες φαινομενικά ανεξάρτητες ιστορίες
διηγηματικού τύπου, που όμως συναποτελούν ένα ενιαίο σύνολο κι έτσι το βιβλίο
θα μπορούσε να αποτελεί αφήγημα και ταυτόχρονα ξεχωριστή συλλογή διηγημάτων.
–Μία ξενάγηση στα παραλειπόμενα
των δικαστηρίων;
Είναι μία ξενάγηση στα παραλειπόμενα
των δικαστηρίων, είναι, όμως, ταυτόχρονα ένα καθαρά πολιτικό βιβλίο. Δεν είναι
μια περιγραφή δικαστικών υποθέσεων, όπως αυτές του Δημήτρη Ψαθά ή του Τσιφόρου,
που αποτέλεσαν ορόσημα, αλλά με το βιβλίο αυτό επιχειρήθηκε μία σκληρή κριτική
στα κακώς κείμενα της δικαιοσύνης, που είναι ένα μέρος του τρίπτυχου της
εξουσίας. Έγινε προσπάθεια να καταδειχθεί ότι ο νόμος αποτελούσε πάντα και
αποτελεί όχι τον κανόνα που ρυθμίζει τις ανθρώπινες σχέσεις και καταστάσεις,,
αλλά την περίβολο, μέσα στην οποία η άρχουσα τάξη – πολιτική και οικονομική –
έχει το δικαίωμα να αυθαιρετεί σε βάρος των αδυνάτων.
-Ποια από τις ιστορίες αυτές
ξεχωρίζετε;
Δε θα μπορούσα να ξεχωρίσω κάποια
από τις ιστορίες που περιλαμβάνονται στο βιβλίο. Κι αυτό γιατί όλες
συναποτελούν τα λίθινα στοιχεία, που στηρίζουν το οικοδόμημα της αφήγησης. Μιλώ
μόνο για την τεχνική της κατασκευής του, καθώς για την ποιότητα του έργου μόνο
ο χρόνος έχει το δικαίωμα να διατυπώνει απόψεις. Για να κάνω, όμως και το
χατίρι του ερωτήματος, θα έλεγα ότι από τις «αστείες» ιστορίες θα ξαναδιάβαζα
εκείνη με τον τίτλο «Πλην του ατίμου σώματος..», που αναφέρεται σε έναν πρώην
ελασίτη παπά, που συνέχιζε την αντίστασή του ξελογιάζοντας τις συζύγους των
ευσεβών χωροφυλάκων. Από τις τραγικές δε, θα ξαναδιάβαζα την ιστορία με τίτλο
«Το αγοράκι».
-Το πιο ευτράπελο απ αυτά που σας
συνέβησαν σε αίθουσα δικαστηρίου;
Είναι αρκετά τα ευτράπελα, που
συμβαίνουν στις αίθουσες των δικαστηρίων, τα περισσότερα από αυτά κατέγραψα
στις σελίδες του βιβλίου μου. Θυμάμαι, όμως κι ένα περιστατικό που αφορούσε
καθηγητή μαθηματικών και μάλιστα με μεταπτυχιακές σπουδές, ο οποίος κατέθετε ως
μηνυτής σε βάρος της συζύγου του για το αδίκημα της εξύβρισης με έργο, διότι,
όπως ισχυριζόταν, κάθε φορά που της απηύθυνε το λόγο, εκείνη «γύριζε τα οπίσθια
της και τεντώνοντάς τα εις ένδειξιν καταφρονήσεως, τον έκλανε».
-Ως μαχόμενος δικηγόρος τι σας
θλίβει στην Ελληνική Δικαιοσύνη;
Με θλίβουν, δυστυχώς, τα πάντα. Ίσως
υπερβάλλω με τη διατύπωση αυτή, αλλά μετά από τριάντα τρία χρόνια μάχιμης
δικηγορίας δεν έχω να θυμηθώ παρά τη μιζέρια, την κακογουστιά, την προχειρότητα
των δικαστικών κτιρίων, την ανοργανωσιά και το ευκαιριακό των νομοθετικών
ρυθμίσεων και κυρίως το γεγονός ότι η θεσμοθέτηση κανόνων λαμβάνει χώρα με
σκοπό την εξυπηρέτηση του συμφέροντος των ισχυρών. Αυτό δε σημαίνει ότι στο
επίπεδο των λειτουργών της δικαιοσύνης δεν υπήρξαν ή δεν υπάρχουν δικαστές,
γραμματείς, δικηγόροι και δικαστικοί επιμελητές, που υπό τις άθλιες αυτές
συνθήκες παράγουν έργο. Θα πρέπει, όμως, να μην ξεχνούμε ότι από το 1930 που η
Ελλάς απελευθερωμένη από τους Οθωμανούς έγινε προτεκτοράτο στις ορέξεις κυρίως
των αγγλοσαξώνων και των τραπεζικών αρπακτικών, η δικαιοσύνη κατασκευάστηκε με
τέτοιο τρόπο που αφενός μεν να εξυπηρετεί τους ισχυρούς, αφετέρου δε να
αδυνατεί να αντιστέκεται στην επέλαση της ανομίας τους. Απόδειξη τα μνημονιακά
γεγονότα του σήμερα. Η δικαιοσύνη, παρά τις φωτεινές εξαιρέσεις, στην ουσία
στήριξε και νομιμοποίησε τις παράνομες δανειακές συμβάσεις και τα μνημόνια.
-Εχετε γράψει και ποιήματα;
Έχω γράψει πέντε ποιητικές συλλογές
με τίτλους Οι μυγδαλιές του χειμώνα, εκδ. Μαυρίδης 1979, Τόπος καταγωγής,
αυτοέκδοση 2000, Αμίρ Αγιάντ, Γαβριηλίδης 1995, Καθώς μικραίνει ο ύπνος,
Γαβριηλίδης 2008 και Μικρά ονόματα, Γαβριηλίδης 2013.
-Πως και δεν ασχοληθήκατε με την
πολιτική;
Ασχολήθηκα στο παρελθόν στο επίπεδο
της τοπικής αυτοδιοίκησης, εκλεγείς μάλιστα δύο φορές στην Ηλιούπολη, την πόλη
που κατοικώ. Μου δόθηκε τότε η ευκαιρία να αγωνιστώ για την υπεράσπιση της
δημόσιας γης. Και σήμερα ακόμα αγωνίζομαι ως δικηγόρος πλέον για τις ίδιες
υποθέσεις. Η κεντρική πολιτική σκηνή δε μ’ ενδιαφέρει. Υπάρχουν, άλλωστε,
ικανότεροι εμού, αγνοούντες περισσότερο από μένα την ελληνική γλώσσα.
-Αισιοδοξείτε πως η Ελλάδα μας θα
βρει το δρόμο της;
Μόνο αν αγωνιστεί ο λαός της και δεν
αναθέτει τις υποθέσεις του σε πληρεξούσιους σωτήρες.
–Μυκήνες η πατρίδα; Τι κουβαλάτε
πάντα μαζί σας από τον γενέθλιο τόπο;
Μυκήνες, ναι. Κουβαλάω πάντα μαζί
μου γεύσεις, οσμές και χρώματα. Την ανατολή του ήλιου πίσω απ’ το βουνό Σάρα,
που δεσπόζει της αρχαίας Ακρόπολης. Τον ελαιώνα μου μέσα από διάσπαρτους
λαξευτούς μυκηναϊκούς τάφους. Τη φωνή του πατέρα μου. Επιτρέψτε μου να μεταφέρω
τις εικόνες και τις μνήμες αυτές μέσα από ένα ποίημα :
Σάρα φωνάζουν το στεγνό βουνό
που φύτεψαν στη ρίζα του δένδρα.
Ο τόπος έθαψε τις σκιές
σε χάσματα, σε καιρούς λαξευτούς
θολές μορφές σε τραγούδια παιδιών
σε χωράφια μετέωρα.
Ο χρόνος βύθισε τις φωνές
αυτές συνέχισαν να σκάβουν τα
χώματα.
Και το βουνό δεσπόζει σύγκορμο
φορώντας στο στέρνο του κρόκαλα
και στο κεφάλι σύννεφα πλωτά.
Άηχος ο θρήνος στα λινά δειλινά
ασπίδες οκτώσχημες κρεμασμένες
βουβά κοπάδια και γυναικόπαιδα.
Νεκρά τα σήματα στις κορυφές
στη μέση ο αέρας ασάλευτος .
Στη βάση σαβανωμένοι οι ελαιώνες.
-Ο στίχος που σας έχει σημαδέψει;
Είναι αρκετοί οι στίχοι που με
σημάδεψαν. Στίχοι από διάφορες εποχές, στίχοι ποιητών, Ελλήνων και ξένων. Θα
επέλεγα, όμως, ως κορυφαίο για μένα τούτη την κλέφτικη στροφή, όπως τη
συνέλλεξε ο πολύς Νίκος Γ. Πολίτης στο βιβλίο του «Δημοτικά Τραγούδια» :
Τ’ αντρειωμένου τ’ άρματα δεν πρέπει
να πουλιώνται,
μον’ πρέπει τους στην εκκλησιά κι
εκεί να λειτουργιώνται,
πρέπει να κρέμονται ψηλά σ’
αραχνιασμένο πύργο
να τρώει η σκουριά το σίδερο κι η γη
τον αντρειωμένο.