27/08/2022

Η ΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΑΒΛΟ ΝΕΡΟΥΔΑ

 Η ΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΑΒΛΟ ΝΕΡΟΥΔΑ


 Συγκεντρωθήκαμε σήμερα εδώ για να συζητήσουμε για την ποίηση του Νερούδα. Αισθάνομαι όμως ότι ο μεγάλος λατινοαμερικανός θα ήθελε να μας δει να συζητάμε με την ουσία της ζωής. Για τα συμβάντα και τα συμβαίνοντα που γεννάνε μέσα μας την ουσία της Ποίησης. Γι’ αυτά που ζωντανεύουν και ξαναζωντανεύουν, για να μας αφηγηθούν ότι η Ποίηση δεν είναι μια ωραία κοιμωμένη που αφορά λίγους τρελλούς, ιδιόρρυθμους ή βολεμένους, αλλά είναι, όπως το λέει ο ίδιος: «Μια πράξη περαστική και επίσημη, όπου μπαίνουν ζευγαρωτά και μετρημένα η μοναξιά και η αλληλεγγύη, το αίσθημα και η δράση, η εσωτερικότητα και η αποκάλυψη της Φύσης». Κι ακόμα ότι: «Κάθε τι, ο άνθρωπος και η σκιά του, ο άνθρωπος και η κίνησή του, ο άνθρωπος και η ποίηση του, είναι στηριγμένο σε μια κοινότητα, κάθε φορά και πιο εκτεταμένη, σε μιαν άσκηση που θα συγκροτήσει για πάντα μέσα μας την πραγματικότητα και τα όνειρα». Αυτό ήθελε πάντα ο Νερούδα, γιατί από τη ζωή βγαίνει το δίδαγμα ότι ο ποιητής πρέπει να μάθει από τους υπόλοιπους ανθρώπους. Κι ότι δεν υπάρχει μοναξιά απόρθητη. Κι ότι όλοι οι δρόμοι οδηγούν στο ίδιο σημείο: στην ανακοίνωση αυτού που είμαστε.

Ο ίδιος έλεγε: «Είναι ανάγκη να διασχίσεις τη μοναξιά και την τραχύτητα, την ανεπικοινωνία και τη σιωπή, για να φτάσεις στο μαγικό μέρος όπου μπορούμε να χορέψουεμ αδέξια ή να τραγουδήσουμε με μελαγχολία. Αυτόν τον χορό, το τραγούδι της συνείδησης: της συνείδησης να είσαι άνθρωπος και να πιστεύεις στην κοινή μοίρα».

Ο Νερούδα διαφωνούσε με όσους θεωρούσαν τον Ποιητή έναν «μικρό θεό». Έλεγε ότι ο ποιητής δεν έχει μεγαλύτερο εχθρό από την ίδια του την ανικανότητα να συνεννοηθεί με τους πιο παραμελημένους, τους πιο καταπιεσμένους, τους πιο εκμεταλλευμένους από τους σύγχρονούς του κι ότι αυτό ισχύει για όλες τις εποχές και γι αόλη τη γη. Ότι ο ποιητής δεν είναι ταγμένος από καμιά μοίρα ανώτερη από εκείνους που ασκούν άλλα επαγγέλματα.

Ότι ο καλύτερος ποιητής «είναι ο άνθρωπος που μας παραδίδει τον άρτον τον επιούσιον». Ο πλησιέστρεος ψωμάς, που δίνει σχήμα στο αλεύρι, που το χαράζει όμορφα και πρωτότυπα, που το ψήνει όπως αρμόζει και που δεν θεωρεί τον εαυτό του θεό. …. επιτελεί το έργο του, κατά τρόπο μεγαλειώδη και ταπεινό, με μια υποχρέωση ενδόμυχη, έστω κι επαγγελματική, με μια υποχρέωση κοινωνού.

Η υποχρέωση και το καθήκον του ποιητή είναι η προσφορά της πραμάτειας του. Κι αν καταφέρει να απαλλαγεί από σύνδρομα ανωτερότητας ή φιλαυτίας, αν μπορέσει και πετάξει από πάνω του την αποκριάτικη ενδυμασία του μύστη, που επίτηδες του φοράνε οι ισχυροί και απαίδευτοι για να τον απομονώνουν και να τον καθιστούν ακίνδυνο για τα συμφέροντά τους, αν, λέω, καταφέρει να κατακτήσει τη συνείδησή του, τότε θα μπορέσει η απλή αυτή συνείδηση να μεταβληθεί σε «μια κολοσσιαία χειροτεχνία μιας οικοδόμησης απλής και περίπλοκης που είναι η οικοδόμηση της κοινωνίας, η μεταμόρφωση των συνθηκών που περιβάλλουν τον άνθρωπο, η προσφορά της πραμάτειας του: «ψωμί, αλήθεια, κρασί και όνειρα».

Αν ο ποιητής, λέει ο Νερούδα, ενσωματωθεί σ’ αυτόν τον αγώνα που δεν φθάρηκε ποτέ, γιατί καταθέτει ο καθένας στα χέρι ατων άλλων το μερτικό της υποχρέωσής του, την αφιέρωση του εαυτού του, την τρυφεράδα του στην κοινή εργασία, τότε θα πάρει μέρος στον ιδρώτα, στο κρασί, στο όνειρο ολόκληρης της ανθρωπότητας. Μονάχα σ’ αυτόν τον δρόμο, του να είμαστε άνθρωποι κοινοί, θα φτάσουμε ως την αποκατάσταση του απέραντου χώρου της ποίησης, που της τον κουτσουρεύουνε κάθε φορά, που της τον κόβουμε κάθε φορά και εμείς οι ίδιοι».

Αυτή είναι η ουσία της ποίησης του Πάβλο Νερούδα. Αυτή είναι η ουσία της Ποίησης.

Ο Πάβλο Νερούδα γεννήθηκε στο Παρράλ της Νότιας Χιλής· γιος του μηχανοδηγού σε τρένα που μετέφεραν χαλίκι, του δον Χοσέ ντελ Κάρμεν Ρέγιες Μοράλες και της Ρόσα Βασοάλτο ντε Ρέγιες. Το πραγματικό του όνομα ήταν Νεφταλί Ρέγιες Βασοάλτο. Η μάνα του πέθανε τη χρονιά της γέννησής του, το 1904, και ο ίδιος έζησε με τη μητριά του που λάτρεψε και την αποκαλούσε «μα-μάνα».

Από μικρός δημοσίευε ποιήματά του με το όνομα Νεφταλί Ρέγιες. Το 1920 επέλεξε το φιλολογικό ψευδώνυμο Νερούδα, από το όνομα του Τσέχου συγγραφέα Γιάν Νερούδα και το όνομα Πάβλο. Σπούδασε Γαλλική φιλολογία. Διορίστηκε πρόξενος στην Ραγκούν της Βιρμανίας και επίτιμος πρόξενος στο Κολόμπο της Κεϋλάνης και αργότερα το 1933 στο Μπουένος Άϊρες της Αργεντινής. Εκεί γνώρισε και συνδέθηκε στενά με τον ποιητή Φεδρίκο Γαρθία Λόρκα. Το 1935 γίνεται πρόξενος στη μαδρίτη όπου συνδέεται με τους προοδευτικούς ποιητές Αντόνιο Ματσάδο, Μιγέλ Ερνάντεθ και άλλους. Το 1936 όταν ο εμφύλιος πόλεμος μαίνεται, μόλις σκοτώνουν τον Λόρκα στις 19 Αυγούστου, φεύγει για το Παρίσι, όπου μαζί με τον μεγάλο Περουβιανό ποιητή Σέζαρ βαγιέχο ιδρύει την ισπανοαμερικανική ομάδα αλληλεγγύης για την Ισπανία. Μέσα στον εμφύλιο σπαραγμό, στη Βαρκελώνη, τυπώνεται το έργο του «Ισπανία στην καρδιά» σε βιβλίο καμωμένο από τα ματωμένα ρούχα σκοτωμένων Φρανκιστών. Ονομάζεται, το 1939, πρόξενος των Ισπανών εμιγκρέδων στο Παρίσι και μπαρκάρει για τη Χιλή ισπανούς πρόσφυγες για να τους σώσει. (…)

Το 1945 εκλέγεται γερουσιαστής στις βόρειες επαρχίες της Χιλής, Ταραπακά και Αντοφαγάστα. Παίρνει το βραβείο λογοτεχνίας, γίνεται μέλος του Κ.Κ. Χιλής και η δασκάλα του, η μεγάλη Χιλιανή Γαβριέλα Μιστράλ παίρνει το Νόμπελ Λογοτεχνίας.

Το 1947, κυκλοφορεί το έργο του εμπιστευτική επιστολή για να διαβαστεί από εκατομμύρια ανθρώπους», γεγονός που επισύρει σε βάρος του διώξεις. Και το 1948 εκφωνεί στη Γερουσία το «κατηγορώ»του. Καθαιρείται από γερουσιαστής και εκδίδεται ένταλμα σύλληψής του. Κρύβεται και στην παρανομία γράφει το «Κάντο Χενεράλ». Κυνηγημένος, εγκαταλείπει τη Χιλή και ως ορνιθολόγος με γενειάδα, περνάει τη φοβερή Κορδιγιέρα των Άνδεων.

Γράφει, αγωνίζεται, γράφει. Τα…. Μεταφράζεται σ’όλες σχεδόν τις γλώσσες. Μια ζωή αγώνες, ποίηση, πράξη. Μόνος αυτός παίρνει τα βραβεία Λένιν και Νόμπελ και Ζολί Κιουρί. Όμως το μεγαλύτερο βραβείο … που στο στάδιο του Σαντκάγο της Χιλής, ο λαός τον επευφημεί: «Νερούδα, Νερούδα, el pueblo te saluda».

Το 1970 παραιτείται από την υποψηφιότητά του για Πρόεδρος, υπέρ του Σαλαβατόρ Αγιέντε. Εγκαταλείπει τη θέση του πρεσβευτή στο Παρίσι και έρχεται στη χιλή για να βοηθήσει τον Αγιέντε. Στα δύο τελευταία χρόνια, γράφει βιβλία, με τελευταίο το «πΠαρακίνηση σε Νιξον-κτονία. 69 χρόνων, τα χαράματα της 24/9/1973 ενώ φρουρείται από πάνοπλους στρατιώτες της χούντας του Πινοσέτ, σε κατ’οίκον περιορισμό, πεθαίνει κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες. Λίγο μετά τη δολοφονία του Σαλβατόρ Αγιέντε. Λίγο μετά, το σπίτι του λεηλατήθηκε.

 

Αγαπητοί φίλοι,

Η Γιουνάϊτεντ Φρουτ Comp., η κολοσιαία πολυεθνική φυτικών προϊόντων και μπανάνας, συμφερόντων Η.Π.Α, ελέγχει την Κεντρική Αμερική, την Καραϊβική και μεγάλο μέρος της Νότιας Αμερικής. Ελέγχει το έδαφος, το υπέδαφος, την πολιτική και οικονομική εξουσία. Γι’ αυτό οι χώρες αυτές ονομάστηκαν μπανανίες.

Εταιρείες, όπως η ΙΤΤ, ΙΒΜ, Chicita, χρηματοδότησαν την ανατροπή και τη δολοφονία του Αγιέντε στη Χιλή, την εκλογή της στυγνής δικτατορίας του Πινοσέτ και τις εκατόμβες του πληθυσμού.

Ακόμα στην όμορφη Χιλή κυβερνάει ο απόηχος της δικτατορίας. Αυτή τη δικτατορία, με κοινοβουλευτικό επενδύτη, και τη νεοφιλελεύθερη παιδεία της, τόλμησε να έχει ως πρότυπο η δική μας υπουργός δήθεν παιδείας, κ. Άννα Διαμαντοπούλου.

Αυτού του φυράματος εταιρίες, που δεν είναι τίποτε άλλο από εγκληματικές οργανώσεις, επιχειρούν να επιβάλουν και στη χώρα μας συνθήκες μπανανίας, συνθήκες οικονομικής, κι αν τους αφήσουμε και στρατιωτικής κατοχής. Επιδιώκουν να μετατρέψουν τους πολίτες σε ανδράποδα, τα παιδιά μας σε σκλάβους, τους νόμους σε όργανα στυγνής καταστολής, την πολιτική σε παίγνιο για πλουσίους, το δημοκρατικό πολίτευμα σε τυραννία κοινοβουλευτικού τύπου. Έρχονται άλλοτε ως Αμερικάνοι, άλλοτε ως Γερμανοί, θέλουν να επιβάλουν ανδρείκελα ως παράγοντες κυβερνητικούς, επιδιώκουν να μεταμορφώσουν τη δικαιοσύνη σε μέγαιρα.

Θέλουν να εξαφανίσουν την Εθνική Κυριαρχία της Χώρας και τις θεμελιώδεις αρχές και δικαιώματα του λαού μας. Να καταστρέψουν τη μνήμη, την παράδοση, την παιδεία, την υγεία, την παιδική μας ηλικία, την κοινή συνείδηση. Με λίγα λόγια την Πατρίδα μας.

Όσοι συνεργάζονται άμεσα ή έμμεσα, εν όλω ή εν μέρει, δεν είναι τίποτε άλλο από δωσίλογοι κι έτσι θα καταγραφούν από την Ιστορία.

Έχουμε χρέος να αμυνθούμε. Έχουμε καθήκον να ανατρέψουμε όσους κακουργούν σε βάρος των παιδιών μας, όσους συνεργούν, συνεργάζονται ή απεργάζονται κακά σε βάρος μας. Έχουμε ευθύνη να πολεμήσουμε τη μοχθηρία τους, την απληστία τους, τα συμφέροντά τους και ταυτόχρονα να πολεμήσουεμ τη δική μας άγνοια.

Σήμερα, πιο δυνατά, πρέπει ν’ακούγονται οι φωνές των ποιητών. Πρέπει να σκύψουμε ξανά στην πνευματική και πολιτιστική μας κληρονομιά. Να νιώσουμε περήφανοι κάτω από τα παλιά μας λάβαρα. Και μαζί με αυτά να φτιάξουμε τις καινούργιες δικές μας σημαίες.

Ακούστε τον ίδιο τον Νερούδα, πώς προσδιόρισε την ουσία της ποίησής του, κατά την απονομή του Νομπελ, τρία χρόνια πριν τον θάνατό του: